Ιστορία

Ιστορία του Μεγανησίου

Γενικά:

Το Μεγανήσι είναι νησί μεταξύ Λευκάδας και Αιτωλοακαρνανίας. Είναι το μεγαλύτερο νησί του συμπλέγματος των Πριγκηπονήσων Λευκάδας, γι’ αυτό και ονομάζεται έτσι. Έχει έκταση 22,356 τ.χλμ και πληθυσμό 1.090 κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή του 2001. Το Μεγανήσι ανήκει επίσης στο ευρύτερο σύμπλεγμα των Τηλεβοϊδων νήσων. Το Μεγανήσι αποτελεί δήμο του νομού Λευκάδας. Στο νησί υπάρχουν τρία χωριά, το Κατωμέρι (έδρα του δήμου), το Βαθύ και το Σπαρτοχώρι. Στο δήμο Μεγανησίου ανήκει και η γνωστή νησίδα Σκορπιός.

dimosmeganisiou-istoria
dimosmeganisiou-istoria-spiliapapanikoli

Ιστορική αναδρομή:

Στο Μεγανήσι έζησαν άνθρωποι κατά τη νεολιθική εποχή. Το πρώτο όνομα του νησιού ήταν Τάφος, από τον γιό της Ιπποθόης, κόρης του Λευκάδιου Λέλεγα και του Ποσειδώνα. Ο Όμηρος αναφέρει ότι βασίλευευ στους Ταφίους ο Αγχίλαος, συνετός άνθρωπος και καρδιακός φίλος του Οδυσσέα και μετά ο γιός του Μέντης (με την μορφή του οποίου παρουσιάστηκε η Αθηνά στον Τηλέμαχο) καθώς και ότι ήηταν εξαιρετικοί εμπόροι γιατί μόνο αυτοί εμπορεύνταν το σίδηρο, άξιοι και γενναίοι ναυτικοί καιθαλασσοπόροι ανταφωνιζόμενοι με τους Φοίνικες.

Μερικόι Λατίνοι συγγραφείς υποστήριζαν ότι αρχαία νήσος Καπρία (σημερινό Κάπρι της Ιταλίας) ήταν αποικία των Ταφίων. Γενικά, στην αρχαιότητα και στα ιστορικά χρόνια το Μεγανήσι ακολουθούσε πάντα την ίδια ιστορική πορεία και μοίρα με τη Λευκάδα.Τον 7ο αιώνα π.χ καταλήφθηκε από τους Κορίνθιους (οι οποίοι και άνοιξαν το σημερινό κανάλι της Λευκάδας) και ακολούθησε τη δική του πορεία μέχρι το 197 π.χ. που κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους.

Μετά τη άλωση της πόλης από τους Φράγκους (1204), παραχωρήθηκαν στους Βενετούς, αλλά πρόλαβε το Δεσποτάτο της Ηπείρου και προσάρτησε τα νησιά (1204-1294). Στη συνέχεια γνώρισαν τη Φραγκοκρατία (1294-1479) και αμέσως μετά το Μεγανήσι όπως και όλη η Λευκάδα περιήλθαν στους Τούρκους και παρέμειναν στην κυριαρχία τους μέχρι το 1684, οπότε και καταλήφθηκαν από τους Βενετούς.

Το 1797 περιέρχονται στους Γάλλους, ένα χρόνο μετά, το 1798 στους Ρωσοτούρκους. Το 1800 ιδρύθηκε η Πολιτεία της Επτανήσου και διατηρήθηκε μέχρι το 1807. Ο λαός όμως ζητούσε περισσότερα δικαιώματα ενώ το Μεγανήσι ήταν πάντα το καταφύγιο των Αρματολών και Κλεφτών και όλων των κυνηγημένων από τους Τούρκους. Οι Αυτοκρατορικοί Γάλλοι έγιναν κύριοι του Μεγανησίου από το 1807 έως το 1809. Το 1810 κυριεύεται από τους Άγγλους. Στην Εθνική Επανάσταση του 1821, το Μεγανήσι συμμετείχε ενεργά, με μεγάλο ενθουσιασμό και μάλιστα ανέδειξε έναν από τους ικανότερους οπλαρχηγούς της επανάστασης, τον Δήμο Τσέλιο (Δημήτριο ή Δήμο Φερεντίνο) τον γνωστό “Γέρο Δήμο”) του ομώνυμου κλέφτικου τραγουδιού.

Τέλος στις 21/05/1864, το Μεγανήσι, όπως κατ’ επέκταση η Λευκάδα και τα υπόλοιπα Επτάνησα ενώθηκαν με την μητέρα Ελλάδα αποτινάσσοντας τον Αγγλικό Ζυγό.

Κοινωνικά:

Η πληθυσμιακή αύξηση που παρατηρείται μέχρι την αυγή του 20ου αιώνα έχει να κάνει με την επιστροφή των Μεγανησιωτών στη θάλασσα και το εμπόριο. Η πολιτιστική στάθμη ανέρχεται εντυπωσιακά (πανεπιστημιακά διπλώματα, θεατρικές παραστάσεις), ενώ παράλληλα η άγονη γη σπρώχνει τους άρρενες αγρότες στη μετανάστευση κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος φέρνει τους Ιταλούς και κατόπιν τους Γερμανούς στο νησί, που όμως ασκούν ήπια διοικητική πρακτική τηρουμένων των αναλογιών. Πολλοί Μεγανησιώτες συμμετέχουν τότε στην Αντιστασιακή δράση πληρώνοντας και τον ανάλογο φόρο αίματος. Το 1951 ο πληθυσμός φτάνει στο μέγιστό του για να ακολουθήσει ένα κύμα μετανάστευσης προς την Αυστραλία και την Αμερική. Η ναυτιλία γίνεται σταδιακά ο νέος κίονας που υποβαστάζει την οικονομία του νησιού. Η γεωγραφική ιδιαιτερότητα του Μεγανησίου όμως, το αφήνει πρακτικά αλώβητο μέχρι τη Μεταπολίτευση, διασώζοντας τα ήθη, τις παραδόσεις και τις συνήθειες των ανθρώπων του.

Οι δεκαετίες του ’70 και του ’80 είναι ορόσημο από τη σκοπιά της τεχνολογικής και κοινωνικής του προόδου, οδηγώντας το νησί στην εποχή του νεωτερισμού. Αυτό που παραμένει είναι η ιδιαιτερότητα της γλώσσας και του Μεγανησιώτικου χαρακτήρα. Τα αμέσως επόμενα χρόνια το νησί αλλάζει μορφή και εγκαταλείπει τη ναυτική παράδοση για να στραφεί στον ολοένα ανερχόμενο τουρισμό.

Η ιστορική αυτή περιοδολόγηση καταδεικνύει σε πολλά σημεία της τα άρρηκτα δεσμά των ανθρώπων του με τη θάλασσα, καθώς και το ανένταχτο της Μεγανησιώτικης ψυχής και την κλίση προς τις τέχνες και τα γράμματα. Στην αυγή του 21ου αιώνα, το Μεγανήσι μοιάζει να αναζητά ακόμα την παγίωση της ταυτότητας του μα, δίχως άλλο, μέσα στην παγκοσμιοποιητική χοάνη, κατορθώνει να αντιστέκεται στην άλωση της διαφορετικότητας και της αυθεντικότητας του μικρού του παραδείσου.

dimosmeganisiou-vathi